Τετάρτη 27 Μαρτίου 2013

Χαρτζάννα, η Βασίλισσα - Κεφάλαιο 3

Εν τω μεταξύ, η Ροδιά έφτασε στο σπίτι της Ελένης και βρήκε μόνο πτώματα. Βάλθηκε λοιπόν όλη τη νύχτα να σκάβει τάφους για να θάψει τρεις ανθρώπους και ανάμεσα τους και το Σέργιο. Την άλλη μέρα το πρωί, ξεκίνησε να πάει το μήνυμα στον άρχοντα Μιχαήλ. Όταν έφτασε στο παλάτι, ύστερα από τρεις ώρες περπάτημα, ο Μιχαήλ τη δέχθηκε αμέσως και αυτή του είπε όσα γνώριζε. Ένα ήταν σίγουρο, ότι ανάμεσα στους νεκρούς δεν υπήρχε η Ελένη και η Χαρτζάννα.

Ο Μιχαήλ έστειλε αμέσως ένα απόσπασμα να ψάξουν να βρουν το ληστή  χωρίς να γνωρίζει ποίος είναι στην πραγματικότητα. Όλα όμως έδειχναν ότι ήταν ο Νοράν. Είχαν περάσει όμως, πάνω από 30 ώρες από τα φονικά και κανείς δεν σκέφθηκε ότι το τσιγγάνικο αμάξι που ταξίδευε ήσυχα για το νότο, είχε σχέση με τους δολοφόνους στο σπίτι της Ελένης. Τρεις μέρες και τρεις νύχτες, το απόσπασμα έψαξε την περιοχή, χωρίς αποτέλεσμα. Ο Μιχαήλ τότε επικήρυξε το Νοράν για πολύ χρυσάφι σ’ όποιον κατάφερνε να δώσει πληροφορίες για αυτόν, την Ελένη και κυρίως για τη Χαρτζάννα.  Δυστυχώς όμως για τον άρχοντα, δεν υπήρξε θετικό αποτέλεσμα.Ο Μιχαήλ κράτησε τη Ροδιά στο παλάτι σαν υπηρέτρια, μιας και δεν είχε που αλλού να πάει.

Το ταξίδι κράτησε περίπου δέκα μέρες και όταν ο Νοράν είδε από ψηλά, την Κάρυστο και το μεγάλο βουνό, την Όχη, που την προστάτευε από τα βορινά, τον τεράστιο όρμο από τα νότια, το μεγάλο κάμπο, τις πολλές πηγές που αναβλύζανε ακόμη και πάνω στο δρόμο, εντυπωσιάσθηκε πολύ. Αποφάσισε λοιπόν να εγκατασταθεί εκεί, σαν ένας πλούσιος βυζαντινός που έμοιαζε για καλό και τίμιο άνθρωπο, που κανείς εκεί, εκτός του αδελφού του, δεν τον γνώριζε. Λίγο πριν φτάσουνε στην πόλη της Καρύστου, ο Νοράν ή ο Μανόλης όπως ήθελε  να τον λένε, είπε στις γυναίκες να βγάλουν τα τσιγγάνικα ρούχα και να φορέσουν τα κανονικά τους, γιατί δεν ήθελε να τους περνούν για τσιγγάνους, αλλά σαν μια βυζαντινή χριστιανική οικογένεια. Αμέσως τροποποίησε και το αμάξι, όσο μπορούσε, για να μοιάζει λιγότερο με τσιγγάνικο βγάζοντας τις κορδέλες και τα λιλιά από αυτό.

Όταν έφτασε στην Κάρυστο, πήγε στο κέντρο της πόλης και ρώτησε που μπορούσε να αγοράσει ένα κτήμα στο κάμπο. Ρώτησε και για το χωριό, που ήταν ο αδελφός του και έμαθε ότι ήταν σ’ ένα χωριό του ακρωτηρίου του Καφηρέα, που απείχε  3 - 4  ώρες με τ’ άλογο από τον κάμπο της Καρύστου, πολύ κοντά στο σημερινό χωριό του Πλατανιστού, αλλά δεν βιάστηκε να πάει να τον βρει. Με τα χρήματα που είχε, μπορούσε άνετα να αγοράσει ένα μεγάλο κτήμα. Πραγματικά αγόρασε μια περιοχή γύρω στα 40 στρέμματα, μέσα σχεδόν στο κάμπο που είχε δική του πηγή και έψαξε να βρει κτιστάδες για να κτίσουν ένα μεγάλο σπίτι για να εγκατασταθούν. Οι Καρυστινοί και οι Ιλλυριοί που δούλευαν στην Κάρυστο ξεκίνησαν να κτίζουν το σπίτι του κυρ Μανόλη.

Όσο καιρό κτιζόταν το σπίτι ο Μανόλης είχε αγοράσει ένα μικρό σπίτι στο διπλανό χωρίο, (σημερινή Λάλα) και εγκατέστησε τις γυναίκες που είχε μαζί του και έμεναν προσωρινά, όλοι μαζί. Εν τω μεταξύ οι Καρυστινοί, την Ελένη τη θεωρούσαν γυναίκα του Μανόλη, ο οποίος τη συνόδευε κανονικά στην εκκλησία, μαζί με το κοριτσάκι τους. Η Ελβίρα δεν πήγαινε σχεδόν καθόλου στην εκκλησία, γιατί δεν πίστευε σε τίποτα. Ο Μανόλης χωρίς πολλά ζόρια δεν άργησε να πείσει την Ελένη να γίνει γυναίκα του και της υποσχέθηκε ότι θα ήταν ένα καλός χριστιανός, σύζυγος και πατέρας για τη Χαρτζάννα. Μάλιστα το γάμο του δεν τον έκανε στην Κάρυστο. Πήρε την Ελένη με την άμαξα και πήγαν σ’ ένα  χωριό κοντά στα σημερινά Στύρα και παντρεύτηκαν σ’ ένα εκκλησάκι της Παναγίας.

Ο καιρός περνούσε και ο κυρ Μανόλης, πήρε εργάτες που άρχισαν να του καλλιεργούν το κτήμα που είχε αγοράσει, ενώ παράλληλα κτιζόταν το σπίτι του. Η συμπεριφορά του, προς τους εργάτες που είχε στα κτήματα και στο κτίσιμο του σπιτιού ήταν άψογη. Ήταν συμπεριφορά ενός καλού αφεντικού που έδειχνε να εκτιμάει τους εργαζόμενους και να τους αμείβει με το παραπάνω....

Όλοι στην περιοχή του κάμπου της Καρύστου, έλεγαν το Νοράν άρχοντα. Όλοι έλεγαν πως ήταν Βυζαντινός άρχοντας που είχε φύγει από την Κωνσταντινούπολη.
Αυτό το συμπέραναν από την άψογη βυζαντινή συμπεριφορά του, μιας  και ήταν αξιωματικός στο βυζαντινό στρατό και γνώριζε πολύ καλά, τη βυζαντινή νοοτροπία.
Φυσικά ο ίδιος ο Νοράν, όχι μόνο δεν διέψευδε τις φήμες που κυκλοφορούσαν για αυτόν, αλλά τις ενίσχυε, διηγούμενος ιστορίες από την Κωνσταντινούπολη. Άφησε να κυκλοφορήσει η φήμη, ότι η υγεία της γυναίκας του, δεν άντεχε την υγρασία της Κωνσταντινούπολης και αποφάσισε να αλλάξει τόπο για λόγους υγείας.
Όταν  τελείωσε το χτίσιμο του σπιτιού, κάλεσε όλους του γείτονες και τους εργάτες του, σ’ ένα μεγάλο γλέντι. Εκεί, ανακοίνωσε ότι το κτήμα του, θα λεγόταν χαρτζάνι  από το όνομα της κόρης του, Χαρτζάννας.
Το σπίτι στην πραγματικότητα, ήταν ένα μικρός πύργος και το ονόμασε το  Κάστρο της Χαρτζάννας.

(Σήμερα μερικοί ισχυρίζονται, ότι ένα εγκαταλελειμμένο χάλασμα που υπάρχει εκεί γύρω, μπορεί να είναι το κάστρο της Χαρτζάννας).




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου