Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2013

Χαρτζάννα, η Βασίλισσα - Κεφάλαιο 5

Ήδη είχαν περάσει 3 χρόνια από τη μέρα, που ήλθε στην Κάρυστο ο Νοράν. Η μικρή Χαρτζάννα ήταν πλέον ένα πανέμορφο κοριτσάκι 6 χρόνων. Η ζωή της ήταν πραγματικά αρχοντική, μιας και με τη φροντίδα της Ελένης και του Μανόλη που τη θεωρούσαν δική τους κόρη και με την αγάπη της γιαγιάς Ελβίρας, ζούσε σαν να ήταν πριγκίπισσα. Ο Μανόλης, όμως ήθελε η κόρη του, που ήξερε ότι είχε βασιλικό αίμα να ανατραφεί βασιλικά.

Κατ’ αρχήν ήθελε να μορφωθεί όσο γίνεται καλύτερα για το λόγο αυτό, έψαξε και βρήκε τους καλύτερους δασκάλους από την πόλη της Καρύστου αλλά και από τα γύρω νησιά για ν’ αρχίσουν την εκπαίδευση της νεαρής πριγκίπισσας. Πέντε δάσκαλοι επελέγησαν για να τη μάθουν ανάγνωση, γραφή, ιστορία, ζωγραφική, μουσική και λατινικά.
Ο Μανόλης όμως, πίστευε στην ισότητα των φύλων και ήθελε η κόρη του να μάθει να ιππεύει, να χειρίζεται τα όπλα σαν αγόρι και καλύτερα ακόμη. Για την εκπαίδευση της, στην ιππασία και στο χειρισμό των όπλων, ο Νοράν διάλεξε τον καλύτερο στρατιωτικό εκπαιδευτή που είχε και άρχισε εντατικά μαθήματα. Αλλά και ο ίδιος ο Μανόλης που ήταν σπουδαίος στρατιώτης, έδειχνε πολλά μυστικά της στρατιωτικής τέχνης του, στην κόρη του.

Η Χαρτζάννα ήταν παιδί υψηλής ευφυίας και σ’ όλα τα μαθήματα είχε εξαιρετικές επιδόσεις, εκεί όμως που είχε καταπλήξει όλους ήταν στη στρατιωτική της εκπαίδευση.  
Η χρονιά ήταν 1009 και η Χαρτζάννα ήταν και δεν ήταν 9 χρονών, όμως μπορούσε να ιππεύει με ανδρικό τρόπο (καβάλα και τα δυο πόδια στο σώμα του αλόγου) και συγχρόνως μπορούσε να κρατάει  στο δεξί της χέρι ένα σπαθί. Η ταχύτητα που ανέπτυσσε ανάγκασε το Μανόλη να της διαλέξει, το πιο ωραίο και γρήγορο άλογο και να της το χαρίσει. Η Χαρτζάννα ήταν ξετρελαμένη με το δώρο του πατέρα της.

Εκτός από την εκπαίδευση της, η Χαρτζάννα δεν παρέλειπε να επισκέπτεται και τη γιαγιά Ελβίρα, που ζούσε μόνη της στο σπιτάκι που είχαν πρωτοκατοικήσει όλοι μαζί. Η Ελβίρα πλέον, βάλθηκε να μάθει την τέχνη της, στη Χαρτζάννα, η  οποία είναι αλήθεια έδειχνε πολύ ενδιαφέρον γι’ αυτά που της μάθαινε η μάγισσα, πιο πολύ όμως για να μη χαλάσει το χατίρι της γιαγιάς. Πολλές φορές η Ελβίρα έβαζε τη Χαρτζάννα να φτιάχνει μαντζούνια ή να λέει κάποια ξόρκια για διάφορους λόγους.

Ο Νοράν δεν καλόβλεπε τη «μόρφωση» της στα μάγια, αλλά δεν μιλούσε γιατί πίστευε ότι και να μάθει κανείς καλό είναι. Προσπαθούσε όλο και περισσότερο να της μιλά για όπλα και πολέμους, μιας και είχε απογοητευθεί που η Ελένη δεν έκανε παιδιά και η μόνη του ελπίδα, να αφήσει απογόνους ήταν η Χαρτζάννα.

Ο λαός της Καρύστου αγαπούσε πάρα πολύ, τον άρχοντα Χατζηεμμανουήλ και πολλές φορές ήθελε να τον ανακηρύξει βασιλιά, αλλά αυτός δεν ήθελε. Τους έλεγε όμως ότι η κόρη του μεγαλώνει και εκπαιδεύεται πριγκιπικά και όταν θα έλθει η ώρα, αυτή θα γινόταν πραγματική βασίλισσα.

Έτσι πέρασαν δέκα χρόνια από τον καιρό που ήλθε στην Κάρυστο ο κυρ Μανόλης και η χρονιά έδειχνε 1013. Η πόλη και τα γύρω χωρία, ζούσαν πολύ καλά, μιας και ότι ήθελαν οι άνθρωποι, ο άρχοντας τους το πρόσφερε.

Σ’ αυτόν έλεγαν τα προβλήματα τους, τα βάσανα τους, τις μεταξύ τους αντιδικίες και διαφωνίες και ήταν ομολογουμένως ο καλύτερος δικαστής. Δίκαζε όσους πηγαίνανε σ’ αυτόν με καλοσύνη και προσπάθεια συμβιβασμού και είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη του κόσμου.

Το Βυζάντιο έχοντας μάθει τις ικανότητες του Μανόλη  Χατζηεμμανουήλ τον κάλεσε στην Κωνσταντινούπολη και ο αυτοκράτορας Βασίλειος ο Β’ τον διόρισε επίσημα τοποτηρητή όλης της Νότιας Καρυστίας. Αυτός φρόντιζε να στέλνει τους φόρους που έπρεπε στην Κωνσταντινούπολη και να επιβλέπει την τοπική αστυνομία.


Η χρονιά ήταν το 1018. Η Χαρτζάννα είχε γίνει πλέον μια πανέμορφη κοπέλα, με γαλανά μάτια και ολόξανθα μαλλιά και τις περισσότερες ώρες ήταν ντυμένη αγορίστικα και ίππευε το  άλογο της. Η καλοσύνη της προς τους συμπατριώτες της, ήταν πολύ μεγάλη. Αγαπούσε όλο τον κόσμο και φρόντιζε τους γέρους και τους άρρωστους. Είχε πείσει τον άρχοντα Χατζηεμμανουήλ και είχε φτιάξει στο κέντρο της πόλης ένα νοσοκομείο και γηροκομείο συγχρόνως και το φρόντιζε προσωπικά. Το προσωπικό του γηροκομείου για ότι χρειαζόταν πήγαινε στη Χαρτζάννα και αυτή κατάφερνε να τους λύνει τα προβλήματα τους.

Ο λαός λάτρευε την αρχόντισσα Χαρτζάννα και την αποκαλούσε: 
«Η καλή μας Νεράιδα ή αρχόντισσα Χαρτζάννα»
 Η Χαρτζάννα δεν ήταν μόνο μια όμορφη κοπέλα, ήταν και ένας φοβερός «στρατιώτης».
Κανείς δεν τολμούσε να μετρηθεί μαζί της στο σπαθί στο τόξο και στο κοντάρι. Ο Μανόλης την έβλεπε και την καμάρωνε, ενώ τα προξενιά πήγαιναν και ερχόντουσαν από άρχοντες των γειτονικών πόλεων.

Η Χαρτζάννα ήταν ακόμη μικρή για γάμο και ευθύνες και επειδή ήταν  ανεξάρτητη και αγέρωχη απέρριπτε τις προξενιές. Πολλές φορές καλούσε τους υποψήφιους γαμπρούς σε στρατιωτικούς αγώνες και κυριολεκτικά τους κατανικούσε και έτσι τους εξανάγκαζε να αποσύρονται μόνοι τους.

Ο Χατζηεμμανουήλ διόρισε τη Χαρτζάννα επίσημα διάδοχο του και αρχηγό του στρατού του.

Όσον αφορά  στους εχθρούς της Καρύστου, προς το παρόν ήσαν μόνο οι πειρατές. Οι επιδρομές των πειρατών στην Κάρυστο είχαν σχεδόν εκλείψει γιατί αντιμετωπίζονταν αμέσως από το στρατό του Νοράν.

Ύστερα από συνεννόηση με την Κωνσταντινούπολη ο τοποτηρητής Χατζηεμμανουήλ ανάθεσε στην κόρη του να κτίσει γύρω στα 1020 ένα κάστρο φύλακα της Καρύστου από τους εχθρούς της. Η Χαρτζάννα που γνώριζε την περιοχή καλύτερα από τον καθένα, διότι με το άλογο της γυρόφερνε όλη τη νότια πλευρά της Όχης, από το σημερινό Μαρμάρι μέχρι το σημερινό χωρίο του Πλατανιστού, εντόπισε το καταλληλότερο σημείο.

Το σημείο αυτό, το συζήτησε με τον πατέρα της και συμφώνησαν να κτιστεί εκεί ένα κάστρο, σ’ ένα λόφο πιο κάτω από την κορυφή της Όχης, που η θέση του εξασφάλιζε την ασφάλεια του κάστρου από το βορρά. Το κάστρο αυτό, ονομάσθηκε κάστρο της Καρύστου (πάνω σ’ αυτό κτίστηκε αργότερα το σημερινό Καστέλο Ρόσσο από τους Ενετούς).
Κατά τα εγκαίνια του Κάστρου γίνηκαν αγώνες στρατιωτικού περιεχομένου κυρίως στο σπαθί, από όσους ήθελαν να αγωνιστούν. Περισσότεροι από 30 νέοι ζήτησαν να αγωνισθούν επειδή το έπαθλο ήταν ένα ολόχρυσο σπαθί. Οι νέοι που αγωνίζονταν ήταν από όλη την περιοχή δικαιοδοσίας, του τοποτηρητή της Καρύστου, δηλαδή του άρχοντα Χατζηεμμανουήλ.

Η Χαρτζάννα ζήτησε από τον πατέρα της, να συμμετάσχει και αυτή στους αγώνες, χωρίς να την γνωρίζει ο κόσμος και πρότεινε να ιππεύσει ένα μαύρο άλογο και να φορέσει ολόμαυρη πανοπλία. Ο Νοράν είχε κάποιους δισταγμούς, ίσως και φόβους, διότι η κόρη του ήταν ακόμη 20 χρόνων, αλλά τελικά έδωσε τη συγκατάθεση του.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου